Ένα αρπακτικό θηρίο σε άνθηση*

Κατά τα άλλα, το νεαρό αυτό πλάσμα ήταν πολύ προσγειωμένο, χωρίς συναισθηματισμούς, χωρίς επιθυμίες, χωρίς αυταπάτες, χωρίς φαντασιώσεις. Ο Σάμπαθ θα στοιχιμάτιζε και τη ζωή του -και όντως την είχε στοιχηματίσει- ότι δεν κουβαλούσε κανένα ταμπού. Του άρεσε η ωμή σκληρότητά της, η πονηριά του υπολογιστικού, δύσπιστου μικρού γερμανικού στοματός της και αναγνώρισε αμέσως τις δυνατότητες που πρόσφερε αυτό το κορίτσι. Απόμακρες, αλλά υπαρκτές. Σκέφτηκε με θαυμασμό πόσο ανέγγιστο από αλτρουισμούς ήταν αυτό το πλάσμα, ένα αρπακτικό θηρίο σε άνθηση.
Ενώ οδηγούσε, άκουγε σε κασέτα μια ζωντανή ηχογράφηση του Μπένι Γκούντμαν από το Κάρνεγκι Χολ. Είχε μόλις Αποχωριστεί τη Ντρέγκα στο «Μπο-Πιτ», κάπου τριάντα χιλιόμετρα νοτιότερα στον αυτοκινητόδρομο 144.
«Μαύροι είν’ αυτοί που παίζουν;» τον είχε ρωτήσει η Γερμανιδούλα.
«Όχι. Μερικοί είναι μαύροι, αλλά κυρίως είναι λευκοί, δεσποινίς. Λευκοί μουσικοί της τζαζ. 16 Ιανουαρίου του 1938 στο Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης».
«Ήσασταν εκεί;»
«Ναι. Είχα πάρει και τα παιδιά μου, που τότε ήταν μικρά. Για να παραβρίσκονται σε μια συναυλία-σταθμό. Ήθελα να τα έχω κοντά μου τη νύχτα που η Αμερική άλλαξε για πάντα».

Άκουσαν μαζί το «Honeysuckle Rose» όπου τα αγόρια του Γκούντμαν αυτοσχεδίαζαν μαζί με μερικούς μουσικούς από την ορχήστρα του Κάουντ Μπέιζι. «Εδώ κάνουν τζάμπινγκ», της είχε εξηγήσει ο Σάμπαθ. «Αυτό είναι εκείνο που, όπως λέμε, βάζει στα πόδια σου φωτιά. Που δεν αφήνει τα πόδια σου να ησυχάσουν… Ακούς την κιθάρα στο βάθος; Πρόσεξε πως τους οδηγούν τα όργανα που κρατάνε τον ρυθμό. Να ο Μπέιζι… πολύ λιτό παίξιμο στο πιάνο… ακούς την κιθάρα που κρατάει το σύνολο; Αυτή είναι η μουσική των μαύρων. Τώρα ακούς μαύρη μουσική. Τώρα θ’ ακούσεις το ριφ. Αυτός είναι ο Τζέιμς… Κάτω από τη μελωδία υπάρχει ο σταθερός ρυθμός των κρουστών που δίνει τη συνοχή… ο Φρέντι Γκριν στην κιθάρα… Να, πάλι ο Τζέιμς. Σε κάνει να νομίζεις ότι σπάει το όργανό του… το ακούς να κομματιάζεται. Άκου αυτό το πέρασμα, σαν να το ονειρεύονται… πρόσεξε πως το χτίζουν σιγά σιγά… Τώρα αρχίζουν να προετοιμάζουν την έκρηξη του φινάλε. Νά το, έρχεται… Τώρα όλοι είναι συντονισμένοι μεταξύ τους… Κορυφώνεται, τελειώνει. Τελείωσαν. Λοιπόν, πως σου φάνηκε;» τη ρώτησε ο Σάμπαθ.
«Μοιάζει με μουσιή στα κινούμενα σχέδια. Ξέρετε τα κινούμενα σχέδια για παιδιά στην τηλεόραση;»
«Ναι;» είπε ο Σάμπαθ. «Και να σκεφτεί κανείς ότι αυτή τη μουσική τη θεωρούσαν πολύ προκλητική στην εποχή της. Τι αθώος ο παλιός τρόπος ζωής… όπου και να κοιτάξεις, εκτός από το κοιμισμένο χωριουδάκι μας», είπε χαϊδεύοντας το γένι του, «ο κόσμος έχει κηρύξει τον πόλεμο εναντίον του. Κι εσένα παιδί μου, τι σε φέρνει στο Μανταμάσκα Φολς;» ρώτησε καλοσυνάτα ο Παλιός ο Χρόνος. Πως αλλιώς να το έπαιζε;

*To θέατρο του Σάμπαθ, Philip Roth, μετάφραση Ανδρέας Β. Βαχλιώτης, θεώρηση μετάφρασης και σημειώσεις Κατερίνα Σχινά, εκδ. ΠΟΛΙΣ

This entry was posted in Jazz and tagged , by Jaquou Utopie. Bookmark the permalink.

About Jaquou Utopie

Μικρόκοσμος Και να, τι θέλω τώρα να σας πω Μες στις Ινδίες μέσα στην πόλη της Καλκούτας, φράξαν το δρόμο σ’ έναν άνθρωπο. Αλυσοδέσαν έναν άνθρωπο κει που εβάδιζε. Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχουμαι να υψώσω το κεφάλι στ’ αστροφώτιστα διαστήματα. Θα πείτε, τ’ άστρα είναι μακριά κι η γη μας τόση δα μικρή. Ε, το λοιπόν, ο,τι και να είναι τ’ άστρα, εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω. Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο, είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει. είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε Ν. Χικμέτ

Σχολιάστε