Αχνάρια Λύκου Πάνω στο Χιόνι του Τσιμέντου*

Χαρτογράφηση μιας γενοκτονίας:
Τσαρούα.
Όνας.
Γιαμανά.
Σελκ’νάμ.
Αρακουάν.
Οι χριστιανοί τους αφαίρεσαν τη γή, αλλά τα πνεύματα των προγόνων της έτρεχαν σαν κόκκινα μυρμήγκια μέσα στις φλέβες της. Τσιμεντόσκονη πάνω στο τεντωμένο σώμα: Η Μαπούτσε κατάφερε άλλη μια με το όπλο της και, με το μάτι καρφωμένο πάνω στη μάζα, διαπίστωσε τις καταστροφές. Αληθινή σφαγή.
Οκτακόσιες χιλιάδες νεκροί. Όχι, οι χριστιανοί δεν είχαν δείξει οίκτο για κανέναν.
Αυτό τους ένωνε…
Η Ζάνα κοψομεσιαζόταν ακόμη πάνω απ’ το έργο της όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Στράφηκε προς την παλέτα που χρησίμευε και για τραπέζι, είδε την ώρα στο ξυπνητήρι -έξι το πρωί-, το άφησε να χτυπάει. Οι Jesus Lizard έκαναν τα τοιχώματα της αποθήκης να τρέμουν και μια πυκνή βροχή χτυπούσε στο ατελιέ. Η Ζάνα θριαμβολογούσε. Σηκώθηκε αέρας, αυτός ο γερόλυκος ο David Yow ούρλιαζε με όλη τη δύναμη των πνευμόνων του μέσα απ’ τα ηχεία, ενώ μέσα στις ινδιάνικες φλέβες κυλούσε μια γλυκιά οργή μαζί με την αιθάλη.

-Χάους.
-Αλκαλούφ.
-Μαπούτσε!
Η βαριοπούλα έπεσε επιτέλους πάνω στο πάτωμα που το σκέπαζαν τσιμεντοπαγιέτες. Η Ζάνα, με πονεμένα μπράτσα, ζύγιαζε τις διαμέτρους των κρατήρων πάνω στο χάρτη-εξολοθρευτή, όταν ξανακούστηκε το κουδούνισμα του τηλεφώνου. Έξι και είκοσι οι δείκτες του ξυπνητηριού. Ο δίσκος των Jesus Lizard είχε τελειώσει και η βροχή είχε σταματήσει. Η γλύπτρια σήκωσε το ακουστικό, αφηρημένα -οι γυμνές της πατούσες άφησαν αχνάρια λύκου πάνω στο χιόνι του τσιμέντου…

*ΜΑΠΟΥΤΣΕ, Caryl Ferey, μετ. Αργυρώ Μακάρωφ, εκδ. ΑΓΡΑ